Ιδιωτικός υπάλληλος με μηναίο εισόδημα 1.100€ το μήνα. Έχει συνολικό χρέος 154.644,92€ εκ των οποίων θα καταβάλλει το ποσό των 78.177,6€. Η απόφαση καθορίζει τις βιοτικές της ανάγκες στα 800€ το μήνα και την δόση στα 300€ για 4 έτη και για την διάσωση της κύριας κατοικίας της θα καταβάλει 265,74€ το μήνα για 20 έτη τα οποία θα αρχίσουν μετά το πέρας των 4 ετών. Εξαιρεί της εκποίησης το 50% σε δύο αγροτεμάχια και την ψιλή κυριότητα σε μια υπόγειο οικεία 37,81 τ.μ. με θέση στάθμευσης.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός απόφασης 102/2016 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ελεάννα Πασσά, που ορίστηκε από την Πρόεδρο Πρωτοδικών Κορίνθου και από το Γραμματέα Ιωάννη Μπαρμπαρούση.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις …………………………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας: ………του ……….., κατοίκου Κορίνθου, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της …………………..
Των μετεχουσών στη δίκη πιστωτριών, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους (άρθρα 5 παρ. 1 ν. 3869/2010 όπως ισχύει, σε συνδυασμό με άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ), ήτοι: 1. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «….. ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ …………………ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της …………………………….. και 3. Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ….. Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η αιτούσα με την από ………………………….. αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης (ΥΧ) …………../……………….. ζήτησε όσα αναφέρονται σ` αυτή.
Κατά την δικάσιμο που ορίστηκε και αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η υπόθεση αυτή εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά του πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
Από τις υπ’ αριθμ. …………………………… και ………………………… εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Κορίνθου……………, που προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα προκύπτει ότι αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης, με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην πρώτη και τρίτη των μετεχουσών πιστωτριών, οι τελευταίες όμως δεν εμφανίσθηκαν και η υπόθεση, αφού εκφωνήθηκε, συζητήθηκε σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, κατ’ αρθρ 754 παρ. 2 του ΚΠολΔ, λόγω του ανακριτικού συστήματος, που διέπει τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των αρθ. 1 και 4 παρ. 1 ν.3869/10, προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις αυτού, αρκεί να αναφέρεται ότι ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, ότι κατέβαλε προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε και ότι βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Ακόμη στην αίτηση πρέπει να περιέχεται ακριβής περιγραφή της οικογενειακής και περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη, κατάσταση όλων των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Τέλος απαιτείται ορισμένο αίτημα, που είναι αυτό της ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη με σκοπό την απαλλαγή του, εφ’ όσον δε επιθυμεί να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του πρέπει να υποβάλλεται και σχετικό αίτημα (βλ. Κρητικός «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων », εκδ. 2010 σελ. 64 επ.), χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους ο αιτών περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής του χρέους, η οικονομική κατάστασή του κατά το χρόνο αναλήψεως του χρέους και οι μεταβολές που επήλθαν κατά το χρόνο μετά την ανάληψη του χρέους, ούτε ότι με’τα οικονομικά μέσα που διέθετε κατά το χρόνο αναλήψεως του χρέους μπορούσε να το εξυπηρετήσει, καθ’ όσον τα ως άνω στοιχεία αποτελούν αντικείμενο απόδειξης, στο πλαίσιο και του ανακριτικού συστήματος που εφαρμόζεται στην προκειμένη διαδικασία, κατά τις διατάξεις των άρθρων 744, 745 και 751 ΚΠολΔ (βλ. Βενιέρη – Κατσά «Εφαρμογή του Ν. 3869/2010» σελ. 132,137, Αθ. Κρητικό, «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», δεύτερη έκδοση, σ. 106 και όλως ενδεικτικά ΕιρΛαρ 106/2011, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕιρΠειρ 85/2011, ΕιρΙωαν 2/2011). Εξ άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 236 σε συνδυασμό με τα άρθρα 744, 745 και 751 ΚΠολΔ, ο οφειλέτης μπορεί να διορθώσει ή να διευκρινίσει το δικόγραφό του επιτρέποντας την ίαση της ποσοτικής ή ποιοτικής αοριστίας, όχι όμως της νομικής, η οποία συντρέχει όταν ο οφειλέτης δεν αναφέρει στο δικόγραφο όσα στοιχεία επιβάλλει ο νόμος (αρθ. 1 και 4 παρ. 1 ν. 3869/10), κατά τα αμέσως προεκτεθέντα.
Με την κρινόμενη αίτησή της, όπως νομίμως διορθώθηκε, ως προς τη μεταβολή της οικογενειακής της κατάστασης και συμπληρώθηκε κατ’ άρθρο 745 ΚΠολΔ με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου ……………………. στο ακροατήριο του διικαστηρίου, των μεταβολών και συμπληρώσεων, νομίμως καταχωρηθεισών στα πρακτικά συνεδρίασης του παρόντος δικαστηρίου και περιεχομένων στις κατατεθειμένες επί της έδρας προτάσεις της, η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τις πιστώτριες τράπεζες, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση και κλήτευσε στη δίκη, αιτείται κατά τις διατάξεις του Ν.3869/2010 τη ρύθμιση αυτών (οφειλών) με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει με σκοπό την απαλλαγή της από τα υπόλοιπα των χρεών της. Η δεύτερη παριστάμενη πιστώτρια τράπεζα, μέσω του πληρεξουσίου δικηγόρου της, ισχυρίζεται ότι η κρινόμενη αίτηση τυγχάνει αόριστη, διότι η αιτούσα δεν εξειδικεύει στο υπό κρίση δικόγραφο πώς περιήλθε σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, δεν επικαλείται τη συνδρομή εκτάκτων συνθηκών που την οδήγησαν στην αδυναμία εκπλήρωσης των υττοχρεώσεών της, δεν αποδεικνύει το κόστος διαβίωσης της, δεν αναφέρει ποια τα εισοδήματα και η οικονομική της κατάσταση όταν συνήψε τις ένδικες συμβάσεις και ποια σήμερα. Ο παραπάνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος, καθ` ότι η έλλειψη των παραπάνω στοιχείων δεν καθιστά απορριπτέα ως απαράδεκτη την κρινόμενη αίτηση λόγω αοριστίας, δεδομένου προεχόντως του ανακριτικού συστήματος που ισχύει στη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας και του γεγονότος ότι οι αναφερόμενες από την πιστώτρια ελλείψεις, οι οποίες κατά τους ισχυρισμούς της οδηγούν σε αοριστία της κρινομένης αιτήσεως, αποτελούν ελλείψεις υπαρκτές μεν, αλλά λόγω της ιδιότητάς τους (ελλείψεις περί την περιγραφή των εισοδημάτων και εν γένει των οικονομικών μεγεθών της οφειλέτιδος), ανάγονται στην ποσοτική και την ποιοτική αοριστία της αιτήσεως και ως εκ τούτου αναδεικνύονται κατά την αποδεικτική διαδικασία, κατά τα ειδικώς ανωτέρω στη μείζονα πρόταση διαλαμβανόμενα.
Με το παραπάνω περιεχόμενο, η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 Ν. 3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. αρθ. 2 ν. 3869/2010), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από τη διαμεσολαβήτρια δικηγόρο Κορίνθου ………………………………, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από τη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, όπως προκύπτει από την ημερομηνία αποτυχίας που αναγράφεται στη βεβαίωση της διαμεσολαβήτριας (…………………) σε συνδυασμό με την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ρύθμισης (…………………………..) και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ` αρθ. 13 παρ. 2 (βλ. τη με αριθ. πρωτ. ……………………….. βεβαίωση της Γραμματείας του Τμήματος Εκουσίας (Ν.3869/2010) του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη επίδοση στις μετέχουσες της αίτησης με ορισμό δικασίμου για τη συζήτησή της, με πρόσκληση να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης (βλ, τις με αριθμ. …………………………., ………………………………. και ………………………………….. εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Κορίνθου …………………………….), β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010 (βεβαίωσης αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων στις ……………………………) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές (βλ, τις από ………………………. έγγραφες παρατηρήσεις τους, νομίμως κατατεθείσες την …………………………… και ………………………. αντίστοιχα). Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 παρ. 2 και 11 του ν.3869/2010, καθ’ όσον με βάση τα εκτιθέμενα σ` αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφ` όσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μετά την καταβολή και των νομίμων τελών της συζήτησης.
Από την χωρίς όρκο κατάθεση της αιτούσας στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα Πρακτικά συνεδριάσεως του παρόντος δικαστηρίου, τα έγγραφα, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, κατά το άρθρο 336 ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος ……………………….., ήταν άγαμη κατά την κατάθεση της κρινομένης αιτήσεως και ήδη -από το Φεβρουάριο του έτους 2015- έγγαμη με τον ……………………, ο γάμος των οποίων τελέστηκε στο …………….της ……………………… και δεν έχει ακόμη αναγνωρισθεί στην Ελλάδα (βλ. κατάθεση αιτούσας, δεδομένου ότι το προσκομιζόμενο φερόμενο ως αντίγραφο πιστοποιητικού τέλεσης γάμου, δεν μπορεί να ληφθεί υπ’ όψιν από το δικαστήριο, ως έχον την αποδεικτική δύναμη εγγράφου, κατ’ άρθρο 432 ΚΠολΔ, λόγω μη προσκόμισης επίσημης μετάφρασης αυτού στην ελληνική γλώσσα) και δεν έχει αποκτήσει τέκνα. Κατά την ίδια ως άνω κατάθεσή της, η ίδια διαμένει στην Κόρινθο, επί της ιδιόκτητης κατοικίας της επί της οδού ……….., η οποία αποτελεί την κύρια κατοικία της και για την οποία θα γίνει λόγος κατωτέρω, ο δε σύζυγός της διαμένει στο Κάιρο, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να συνεισφέρει στις οικογενειακές ανάγκες. Η αιτούσα εργάζεται από το έτος 1996 μέχρι και το χρόνο συζήτησης της κρινομένης αιτήσεως, ως επόπτης τυχερών επιτραπέζιων παιχνιδιών στην «……………………», με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ο δε μηνιαίος μισθός της (βασικός και επιδόματα) ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 1,618,87 Ευρώ (ακαθάριστα) και 1.100 Ευρώ (καθαρά) (βλ. αποδείξεις μισθοδοσίας μηνών Αυγούστου, Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2015), Ωστόσο, από τα μέσα του έτους 2012 και εντεύθεν, η ως άνω εργοδότρια εταιρεία εμφάνισε οικονομικά προβλήματα και προέβη σε μειώσεις μισθού των εργαζομένων και σε εφαρμογή συστήματος εκ περιτροπής εργασίας, με συνέπεια να καταβάλει με καθυστερήσεις και τμηματικά τους μισθούς των εργαζομένων σε αυτή και συνεπώς και της αιτούσας (βλ, αμέσως προαναφερθείσες αποδείξεις μισθοδοσίας μηνών Αυγούστου και Οκτωβρίου 2015, από όπου προκύπτει η τμηματική καταβολή του μισθού της). Η αιτούσα δεν έχει άλλη πηγή εισοδήματος. Όπως προκύπτει από τα εκκαθαριστικά σημειώματα των οικονομικών ετών 2010 έως και φορολογικού έτους 2014, τα εισοδήματα της αιτούσας έχουν υποστεί, κατά τη διάρκεια των ετών αυτών, περικοπή της τάξεως του 40%, δεδομένου ότι κατά το οικονομικό έτος 2010 (1/1/2009 – 31/12/2009) ανέρχονταν στο ποσό των 34.461,32 €, κατά το οικονομικό έτος 2011 (1/1/2010 – 31/12/2010) ανέρχονταν στο ποσό των 31.706,16 €, κατά το οικονομικό έτος 2012 (1/1/2011 – 31/12/2011) ανέρχονταν στο ποσό των 30.554,71 €, κατά το οικονομικό έτος 2013 (1/1/2012 – 31/12/2012) ανέρχονταν στο ποσό των 24.910,50 €, κατά το οικονομικό έτος 2014 (1/1/2013 – 31/12/2013) ανέρχονταν στο ποσό των 23.562,51 € και κατά το φορολογικό έτος 2014 (1/1/2014 – 31/12/2014) ανέρχονταν στο ποσό των 20.907,12 €.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ, σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ, 98 επ.), εξαιρουμένων δε των κατωτέρω εμπραγμάτως ασφαλισμένων δανείων, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/2010).
Ειδικότερα: Α. Από την «…….ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» της έχει χορηγηθεί δυνάμει της με αριθμό …………….σύμβασης, μία πιστωτική κάρτα, με υπόλοιπο οφειλής στις 21/8/2012 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ποσό 7.664,56. Από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα, δεν προκύπτει η εξασφάλιση με εμπράγματη ασφάλεια ουδεμίας από τις παραπάνω απαιτήσεως της πιστώτριας αυτής.
Β. Από την «ΤΡΑΠΕΖΑ…………….Α,Ε.» της έχει χορηγηθεί: α) δυνάμει της υπ’ αριθμ. …………σύμβασης στεγαστικού δανείου, ένα στεγαστικό δάνειο, με υπόλοιπο οφειλής, στις 31/7/2012 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ποσό 137.622,05 €. Η μετέχουσα αυτή στις από 12-12-2012 έγγραφες παρατηρήσεις της (νομίμως κατατεθείσες την 14- 12-2012) ισχυρίζεται ότι η απαίτηση από τη σύμβαση αυτή έχει εκχωρηθεί κατ` αρθ. 10 Ν.3156/2003 στην εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………………» και ότι η ίδια τυγχάνει διαχειρίστρια της ως άνω απαίτησης. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 455 και 460 ΑΚ, ο δανειστής μπορεί με σύμβαση να μεταβιβάσει σε άλλο την απαίτησή του χωρίς τη συναίνεση του οφειλέτη (εκχώρηση), ο δε εκδοχέας δεν αποκτά δικαιώματα απέναντι στον οφειλέτη και στους τρίτους, πριν ο ίδιος ή ο εκχωρητής αναγγείλει την εκχώρηση στον οφειλέτη. Η εκχώρηση αποτελεί τρόπο μεταβίβασης της απαίτησης και στα πλαίσια άλλων νόμων που επιδιώκουν ειδικότερους σκοπούς. Τέτοιος είναι ο ν. 3156/2003, με τον οποίο προβλέπεται η μεταβίβαση απαιτήσεων ακόμη και των καταναλωτών, με σκοπό την τιτλοποίηση. Η καταχώριση της μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν 2844/2000, λογίζεται ως αναγγελία, από δε την καταχώριση της σχετικής σύμβασης στα οικεία βιβλία επέρχεται η μεταβίβαση της απαίτησης και ο οφειλέτης οφείλει εφεξής στον εκδοχέα, ο οποίος είναι πλέον ο νέος δανειστής (ΜΠΡ ΑΘ 2391/2011 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, ΕιρΠειρ 163/2012 ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ & ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ», Τεύχος 11/2012 και παρατηρήσεις Κρητικού κάτω απ` αυτή). Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με την από 31- 7-2012 βεβαίωση οφειλών που έχει χορηγήσει η μετέχουσα αυτή στην αιτούσα η απαίτηση από την πιο πάνω δανειακή έχει εκχωρηθεί στην εταιρία με την επωνυμία «…………………..». Όμως δεν προκύπτει ο χρόνος κατά τον οποίο έγινε η εκχώρηση, πριν δηλαδή ή μετά την κατάθεση της ένδικης αίτησης, ούτε πολύ περισσότερο αν καταχωρήθηκε στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 Ν 2844/2000, από την οποία η εκχώρηση λογίζεται ότι αναγγέλθηκε στον αιτούντα. Συνεπώς, εφ’ όσον δεν αποδείχθηκε η καταχώριση της μεταβίβασης της τιτλοποιούμενης απαίτησης στο δημόσιο αυτό βιβλίο, δεν επήλθε μεταβίβαση της απαίτησης και φορέας της απαίτησης εξακολουθεί να είναι η μετέχουσα αυτή (βλ. και ΕιρΠατρ 608/2014 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ), η οποία εξ άλλου δηλώνει και διαχειρίστρια αυτής και β) δυνάμει της υπ` αριθμ. ……………… σύμβασης πιστωτικής κάρτας, μία πιστωτική κάρτα, με υπόλοιπο οφειλής, στις 31/7/2012 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ποσό 6743,42 €. Η απαίτηση υπό στοιχείο (α) της ως άνω τράπεζας είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης επί του διαμερίσματος υπό στοιχεία (Γ-5) του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της οικοδομής που είναι κτισμένη σε οικόπεδο ευρισκόμενο στην Κόρινθο, στο Ο.Τ. 44 και επί της οδού ………….., αριθ. …, επιφάνειας 82 τ.μ., στο οποίο ανήκει κατά αποκλειστική χρήση η με στοιχεία (Σ-11) θέση στάθμευσης αυτοκινήτου στην πιλοτή, επιφάνειας 10,13 τ.μ., αποτελούντος την κύρια κατοικία της αιτούσας, η δε προσημείωση ενεγράφη για το ποσό των 195.000 Ευρώ, δυνάμει της με αριθμό 43.155/29-6-2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κορίνθου, όπως τούτο προκύπτει από το με αριθ, πρωτοκ. ………………/13-11-2015 απόσπασμα κτηματολογικού φύλλου ακινήτου με ΚΑΕΚ ……………………….. του Κτηματολογικού Γραφείου Α` Κορίνθου (βλ. τις ΑΠ 31/09 και ΕφΘεσ 4/2010 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ’ άρθρο 1007 παρ. 1) και ΤΡΑΠΕΖΑ ……………..Α.Ε.» της έχει χορηγηθεί: α) δυνάμει της με αριθμό …………………………..σύμβασης, μία πιστωτική κάρτα, με υπόλοιπο οφειλής στις 7/8/2012 (ημερομηνία χορήγησης βεβαίωσης οφειλών), ποσό 2.614,89 €. Από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα, δεν προκύπτει η εξασφάλιση με εμπράγματη ασφάλεια ουδεμίας από τις παραπάνω απαιτήσεως της πιστώτριας αυτής.
Για τα δάνεια αυτά δεν προσκομίστηκαν στοιχεία για το επιτόκιο ενήμερης οφειλής, ώστε να υπολογιστεί η τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο της απόφασης, μέχρι τον οποίο συνεχίζουν να εκτοκίζονται σύμφωνα με το αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10.
Η αιτούσα έχει περιέλθει σταδιακά από τα τέλη του έτους 2012 σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές της, καθώς η συρρίκνωση των εισοδημάτων λόγω των περικοπών του μισθού της και της εφαρμογής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας από την εργοδότριά της εταιρεία, οι οποίες (περικοπές) είχαν άμεση επίπτωση στο εισόδημά της, την οδήγησαν σε εσφαλμένες εκτιμήσεις ως προς τις δυνατότητες αποπληρωμής των δανειακών της υποχρεώσεων, που ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 154.644,92 ευρώ -ποσό, το οποίο προέρχεται στο μεγαλύτερο μέρος του από τη λήψη από την αιτούσα στεγαστικού δανείου για την αγορά και ανακαίνιση της κύριας κατοικίας της- η δε αδυναμία της αυτή, δεν οφείλεται σε δόλο, αλλά στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Τούτο, ότι δηλαδή δεν προέκυψε δόλος αναφορικά με την περιέλευσή της σε αδυναμία πληρωμών, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κατά το χρόνο λήψης των δανείων (εν έτει 2007) η αιτούσα εργαζόταν ως ιδιωτική υπάλληλος στην ως άνω εταιρεία, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τα προεκτεθέντα, είχε σταθερό μισθό, ο οποίος ανερχόταν στο καθαρό ποσό των 2.000 Ευρώ μηνιαίως, ποσό το οποίο της δημιουργούσε την εύλογη πεποίθηση ότι όχι μόνο θα διατηρούνταν σταθερό, αλλά ότι αργότερα θα αυξανόταν, λόγω των ετών της προϋπηρεσίας της, καθώς και της ενσωμάτωσης στο μισθό της διαφόρων επιδομάτων, όπως και πράγματι συνέβη, αφού κατά τα αμέσως επόμενα έτη από τη λήψη των δανείων, ο μηνιαίος μισθός της απέβαινε ανοδικά, όπως προκύπτει και από τα ήδη προμνημονευθέντα εκκαθαριστικά σημειώματα (βλ. εκκαθαριστικά σημειώματα οικον. ετών 2010- 2012, κατά τα οποία τα ετήσια εισοδήματά της ξεπερνούσαν το ποσό των 30.000 Ευρώ). Κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα που ελάμβανε ως μηνιαίο μισθό το ποσό των 2.000 € (καθαρά) μηνιαίως, εξυπηρετούσε κανονικά τη δόση των δανείων, η οποία ανερχόταν στο ποσό των 1.000 € μηνιαίως (βλ. κατάθεση αιτούσας). Η αιτούσα έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία, καθ’ όσον τα έσοδά της, συγκρινόμενα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της από τις παραπάνω δανειακές συμβάσεις δεν της επιτρέπουν να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση του κύριου όγκου των χρεών της. Η αδυναμία της αυτή οφείλεται στον αριθμό των δανείων που έχει λάβει και το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση τους, επίσης στα υψηλά επιτόκια με τα οποία επιβαρύνονται ως στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια σε συνδυασμό με τις απαιτούμενες αναγκαίες δαπάνες διαβίωσής της, δεν πιθανολογήθηκε δε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι στο εγγύς μέλλον θα αποκατασταθεί η ρευστότητα της αιτούσας σε σχέση με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της, κρινομένης της οικονομικής κατάστασης της αιτούσας από το χρόνο υποβολής της αίτησης της μέχρι τη συζήτηση της, απορριπτομένης της σχετικής ενστάσεως της δεύτερης των μετεχουσών.
Στα περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας περιλαμβάνονται : α) το διαμέρισμα υπό στοιχεία (……………), επιφάνειας 82 τ.μ., του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της οικοδομής, που είναι κτισμένη σε οικόπεδο ευρισκόμενο στην Κόρινθο, στο Ο.Τ. …………….και επί της οδού …….., αριθ. …….., επιφάνειας (κατά νεότερη και ακριβέστερη καταμέτρηση) 981,20 τ.μ., στο οποίο ανήκει κατά αποκλειστική χρήση η με στοιχεία (…………..) θέση στάθμευσης αυτοκινήτου στην πιλοτή, επιφάνειας 10,13 τ.μ., το οποίο περιήλθε στην αιτούσα, κατά πλήρη κυριότητα, δυνάμει του με αριθμό …………………./……………….. συμβολαίου τροποποίησης συστατικής πράξης οριζοντίων ιδιοκτησιών και πώλησης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Κορίνθου …………………………, νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Α Κορίνθου, στον τόμο …….και με α.α. ……..και ήδη καταχωρημένου στο Κτηματολογικό Γραφείο Α Κορίνθου στο κτηματολογικό φύλλο του εν λόγω ακινήτου με ΚΑΕΚ ………………………………. Τα ακίνητα αυτά, ήτοι το διαμέρισμα με τη θέση στάθμευσης ως παρακολούθημα αυτού (ΕιρΠατρ 89/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποτελούν την κύρια κατοικία της αιτούσας, για την οποία υποβάλλει αίτημα υπαγωγής της στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ, 2 Ν.3869/10 ρύθμιση για εξαίρεση από την εκποίηση. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου αυτού (διαμερίσματος και θέσης στάθμευσης ως παρακολουθήματος), η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 79.723,46 €, όπως προκύπτει από τη Δήλωση Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων έτους 2015 δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για έγγαμη φορολογούμενη χωρίς τέκνα, όπως η αιτούσα, που ανέρχεται σε 250.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 50%, β) ποσοστό συνιδιοκτησίας 3/6 ή 50% εξ αδιαιρέτου επί δύο αγρών συνολικής επιφάνειας 501,80 τ.μ., που ευρίσκονται στο ……………………… Κορινθίας, στη θέση «…………………..», τα οποία απέκτησε η αιτούσα, κατά πλήρη κυριότητα, κατά ποσοστό 2/6 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθ. …………………/…-9- 1999 συμβολαίου πώλησης αγροτικών ακινήτων του συμβολαιογράφου Λουτρακιού …………………………., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Β Υποθηκοφυλακείου Κορίνθου, στον τόμο …… και με α.α. …… και κατά ποσοστό 1/6 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ` αριθ. ………………./…-10-2001 συμβολαίου γονικής παροχής ιδανικού μεριδίου αγρών του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου Λουτρακιού ………………………………….., νομίμως μεταγεγραμμένου και γ) μία αυτοτελής οριζόντια ιδιοκτησία εμβαδού 37,81 τ.μ. του υπογείου της οικοδομής που είναι κτισμένη σε οικόπεδο επιφανείας κατά τον τίτλο κτήσεως 258,70 τ.μ., ευρισκόμενο στη θέση «………………………..» της κτηματικής περιφέρειας Μαρκοπούλου Μεσογαίας Αττικής, στο οποίο ανήκει κατά αποκλειστική χρήση (ως παρακολούθημα) η με αριθμό ………….. (……..) θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου, επιφανείας 12,00 τ.μ., το οποίο περιήλθε στην αιτούσα, κατά ψιλή κυριότητα, δυνάμει του με αριθμό ………../..-…-2011 συμβολαίου γονικής παροχής ψιλής κυριότητας οριζοντίου ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Αθηνών ………………………….., νομίμως μεταγεγραμμένου.
Επί πλέον, η αιτούσα είναι κάτοχος του με αριθ. κυκλοφορίας ……………ΙΧΕ αυτοκινήτου, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2009, τύπου …………….., 1198 κ.ε., το οποίο είχε αγοράσει με παρακράτηση της κυριότητας από την πωλήτρια εταιρεία ………………………..Ε.Π.Ε. (βλ. προσκομιζόμενη άδεια κυκλοφορίας, σε συνδυασμό με έγγραφα της με αριθμό …………….τριμερούς σύμβασης πώλησης αυτοκινήτου με παρακράτηση κυριότητας και χορήγησης καταναλωτικού δανείου). Το αυτοκίνητο αυτό δεν περιλαμβάνεται στη ρευστοποιήσιμη περιουσία της αιτούσας και δεν μπορεί να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν.3869/10 εκποίησή του, αφού η αιτούσα έχει δικαίωμα προσδοκίας, το οποίο εξαρτάται από την αναβλητική αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος, κυρία δε και νομέας αυτού παραμένει η πωλήτρια εταιρεία.
Από τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας, όσον αφορά τα υπό στοιχείο β` ακίνητα, λόγω της ιδιότητάς τους, της έκτασής τους και του ποσοστού του εμπραγμάτου δικαιώματος της αιτούσας σε αυτά (3/6 ή 50% εξ αδιαιρέτου) κρίνεται ότι δεν είναι πρόσφορα προς εκποίηση (βλ. προσκομιζόμενο έντυπο ΑΑ – γης, με υπολογισμό αξίας για το ποσοστό συγκυριότητας της αιτούσας στο ποσό των 2.759,90 Ευρώ), λαμβανομένων υπ’ όψιν και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ). Όσον αφορά τα υπό στοιχ. γ` ακίνητα, αυτά δεν κρίνονται πρόσφορα προς εκποίηση, λόγω του είδους του εμπραγμάτου δικαιώματος της αιτούσας σε αυτά (ψιλή κυριότητα), της μικρής έκτασής τους και της θέσης τους (υπόγειο), λαμβανομένων υπ` όψιν τόσο των τρεχουσών συνθηκών της αγοράς όσο και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), γι’ αυτό και δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ` αρθ. 9 παρ. 1 ν.3839/10 εκποίησή τους.
Επομένως, κατόπιν των προεκτεθέντων, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του νόμου 3869/10
Σύμφωνα με τα προλεχθέντα, η ρύθμιση των χρεών της αιτούσας θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στους πιο πάνω πιστωτές από τα εισοδήματα της, ο χρόνος των οποίων, κρίνεται ότι πρέπει να οριστεί σε τέσσερα χρόνια, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση της απόφασης στην αιτούσα (αρθ. 8 παρ. 2 ν. 3869/10).
Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, όπως προαναφέρθηκε, μοναδικό εισόδημα της αιτούσας αποτελεί ο μισθός της, που ανέρχεται μηνιαία στο ποσό των 1.618,87 Ευρώ (ακαθάριστα) και 1.100 Ευρώ (καθαρά), οι δε μηνιαίες δαπάνες διαβίωσής της υπολογίζονται περίπου στο ποσό των 800 €. Ενόψει των προλεχθέντων, το προς διάθεση στους πιστωτές της ποσό, πρέπει να οριστεί σε 300 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές της δυνατότητες.
Το συνολικό ποσό των οφειλών της ανέρχεται σε 154.644,92 Ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 7.664,56 Ευρώ προς την «….. ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.», σε 144.365,47 Ευρώ προς την «ΤΡΑΠΕΖΑ …………….Α.Ε.» και σε 2.614,89 Ευρώ προς την «ΤΡΑΠΕΖΑ ……………..Α.Ε.». Σε κάθε μία από τις πιστώτριες αυτές αναλογεί από το ποσό των 300 ευρώ, στην μεν πρώτη το ποσό των 14,87 ευρώ, στη δεύτερη το ποσό των 280,06 ευρώ και στην τρίτη το ποσό των 5,07 €. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της 4ετίας κάθε πιστώτρια θα έχει λάβει τα εξής ποσά: Α) η «……… ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» ποσό 713,76 € (14,87 X 48) και θα έχει μείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της ποσό 6.950,80 €, Β) η «ΤΡΑΠΕΖΑ ………………………..Α.Ε.» ποσό 13.442,88 € (280,06 X 48) και θα έχει μείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της ποσό 130.922,59 € και Γ) η «ΤΡΑΠΕΖΑ ………………..Α.Ε.», ποσό 243,36 ευρώ (5,07 X 48 μήνες) και θα έχει μείνει υπόλοιπο από την απαίτησή της ποσό 2.371,53 Ευρώ.
Η ρύθμιση αυτή θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10, εφ’ όσον με τις καταβολές επί τετραετία της πρώτης ρύθμισης δεν έχει επέλθει πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών της αιτούσας και προβάλλεται σχετικό αίτημα απ’ αυτήν, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο η εξαίρεση της κατοικίας της από την εκποίηση (βλ. Κρητικό, «ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ», δεύτερη έκδοση σ. 215).
Στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής του αρθ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας, για την οποία θα πρέπει να καταβάλει μέχρι το 80% της αντικειμενικής της αξίας που ανέρχεται σε 79.723,46 Ευρώ, δηλαδή ποσό μέχρι αυτό των 63.778,76 ευρώ (79.723,46 X 80%). Από τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθεί προνομιακά η απαίτηση της 2ης μετέχουσας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ …………………………Α.Ε.», που απορρέει από την υπ` αριθμ. ……………….σύμβαση στεγαστικού δανείου, καθ’ όσον η απαίτηση από τη σύμβαση αυτή, όπως προαναφέρθηκε, είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση υποθήκης στην κατοικία της αιτούσας (ΑΚ 1272, 1300). Το υπόλοιπο των απαιτήσεων της πιστώτριας αυτής, μετά τις παραπάνω τετραετείς καταβολές του αρθ. 8 παρ. 2 ανέρχεται για την ως άνω απαίτηση στο ποσό των 124.807,16 €. Η προνομιακή ικανοποίησή της, θα γίνει μέχρι το ποσό των 63.778,76 Ευρώ, του 80% δηλαδή της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας της αιτούσας, απαλλασσόμενου του υπολοίπου των χρεών της με την τήρηση των όρων και αυτής της ρύθμισης. Όσον αφορά το χρόνο αποπληρωμής του ποσού αυτού, θα πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια, λαμβανομένων υπ’ όψιν του ύψους του χρέους που πρέπει να πληρώσει για τη διάσωση της κατοικίας της, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Έτσι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 265,74 Ευρώ, δηλαδή 63.778,76 Ευρώ : 240 (20 χρόνια X 12 μήνες). Παράλληλα, θα πρέπει να της χορηγηθεί περίοδος χάριτος τεσσάρων ετών, ώστε να μη συμπέσει η τελευταία αυτή ρύθμιση με την πιο πάνω των καταβολών επί τεσσάρων ετών, και να επιβαρυνθεί με δύο μηνιαίες δόσεις με κίνδυνο να φανεί ασυνεπής στις υποχρεώσεις της. Η καταβολή λοιπόν των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της αιτούσας θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα τέσσερα χρόνια μετά την κοινοποίηση προς αυτήν της παρούσας απόφασης, θα έχει διάρκεια 20 ετών (240 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθεί προνομιακά, όπως προαναφέρθηκε, η απαίτηση της δεύτερης μετέχουσας πιστώτριας από την υπ’ αριθμ. ……………. σύμβαση στεγαστικού δανείου, που είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και μέχρι του ποσού των 63.778,76 ευρώ του 80% της αντικειμενικής αξίας, στο οποίο εξαντλείται η υποχρέωση της αιτούσας. Το υπόλοιπο της απαίτησης αυτής δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, γιατί δεν μπορεί από το νόμο να επιβληθεί άλλη υποχρέωση στην αιτούσα.
Κατόπιν των ανωτέρω, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ` ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσας κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Η απαλλαγή της από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο χρεών της έναντι των ανωτέρω καθ` ων – πιστωτριών που περιλαμβάνονται στην εμπεριεχόμενη στην αίτησή της κατάσταση, θα επέλθει κατά νόμο (άρθρο 11 παρ.1 Ν. 3869/2010), μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που της επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης και τρίτης των καθ’ ων και κατ’ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες καταβολές προς τους πιστωτές της επί τέσσερα χρόνια, οι οποίες θα αρχίζουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτήν της απόφασης, ήτοι ποσού 14,87 ευρώ στην «…… ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.», ποσού 280,06 ευρώ στην «ΤΡΑΠΕΖΑ …….Α.Ε.» και ποσού 5,07 € στην «ΤΡΑΠΕΖΑ ……Α.Ε.».
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, δηλαδή το διαμέρισμα υπό στοιχεία (…….), επιφάνειας 82 τ.μ., του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου της οικοδομής, που είναι κτισμένη σε οικόπεδο ευρισκόμενο στην Κόρινθο, στο Ο.Τ. …… και επί της οδού …….., αριθ. ……, επιφάνειας (κατά νεότερη και ακριβέστερη καταμέτρηση) 981,20 τ.μ., στο οποίο ανήκει κατά αποκλειστική χρήση η με στοιχεία (……) θέση στάθμευσης αυτοκινήτου στην πιλοτή, επιφανείας 10,13 τ.μ.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της κατοικίας της επί 20 χρόνια, στην 2η μετέχουσα «ΤΡΑΠΕΖΑ …………………..Α.Ε.», το ποσό των 265,74 ευρώ το μήνα και επί 240 μήνες. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα τέσσερα χρόνια μετά την κοινοποίηση στην αιτούσα της παρούσας απόφασης και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Ανσχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Κόρινθο, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις β Φεβρουάριου 2016, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι ούτε οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ